genx-mess-παραστάτις-η-155504

Την προηγούμενη εβδομάδα που είχαν γεμίσει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης λευκό και μπλε και συγκίνηση, παρασύρθηκα η μετανάστρια και ζήτησα από τη μαμά μου ν’ ανασύρει τα ένδοξα άλμπουμ με τις Αμαλίες και τους τσολιάδες και να μου στείλει καμία ωραία φωτογραφία, αφενός να δείξω στα παιδιά μου κάτι οικογενειακά επετειακό και αφετέρου να την ποστάρω με κάποιο εξυπνακίστικο σχόλιο από κάτω για να το παίξω άνετη και κουλ.

Αυτές του νηπιαγωγείου είναι κωμικές και γλυκές, όσο ανεβαίνουν τα χρόνια γίνονται πιο αδέξιες, από τη Γ’ γυμνασίου θυμάμαι κυρίως ότι φόρεσα για πρώτη φορά τακούνια και τον χαμό που γινόταν στα καφέ της πλατείας που πηγαίναμε μετά την παρέλαση. Αλλά είμαι γενικά περήφανη, ειδικά αφού στο γυμνάσιο η στολή μας ήταν αναπάντεχα κομψή, φορούσαμε όλοι λευκά πουκάμισα και μπλε πουλόβερ, λευκά γάντια και μπερέ. Πολύ ωραία, σκέφτηκα, κουνώντας το κεφάλι.

Χαζεύοντας τις φωτογραφίες που ο αγαπημένος μου αδερφός μετέτρεψε σε jpg και μου έστειλε με μέιλ, πέτυχα και τις παρελάσεις της Στ’ Δημοτικού. Για κάποιο λόγο, αυτές μου δημιουργούσαν μια απέχθεια, έναν βαθύ θυμό. Και προσπαθούσα να καταλάβω γιατί, αφού τίποτα συνταρακτικά κακό δεν είχε συμβεί στην παιδική μου ηλικία και δεν νόμιζα ότι θα έχω τόσο έντονη αντίδραση σε αναμνηστικές φωτογραφίες. Τις κοίταζα και τις ξανακοίταζα, ήμουν παραστάτρια και στις δύο παρελάσεις της χρονιάς, περήφανη όπως φαίνεται, αλλά καθόλου χαμογελαστή.

Και τότε το θυμήθηκα. Την αδικία. Την πρώτη φορά στην ζωή μου που ένιωσα να με πνίγει αυτό το συναίσθημα για κάτι που δεν είχα ακόμα τις λέξεις να περιγράψω. Πριν αρχίσουμε τις πρόβες της παρέλασης λοιπόν, μας εξήγησε ο δάσκαλος τον σχηματισμό: οι δύο καλύτεροι μαθητές της τάξεις, που δικαιούνται να κρατήσουν την σημαία, ήταν κορίτσια, οπότε θα έμπαιναν στην άκρη, παραστάτριες. Γιατί την σημαία πρέπει να την κρατάνε τα αγόρια, τόνισε. Και μάλιστα όχι ένα τυχαίο αγόρι, αλλά ένα ψηλό, ένας λεβέντης.

Θυμάμαι την ζεστή οργή να φουσκώνει μέσα μου με την ευκολία που με βάλανε –κυριολεκτικά– στην άκρη, επειδή ήμουν κορίτσι. Με τον τρόπο που όλοι αποδέχτηκαν αυτήν την λύση σαν αυτονόητη. Με την έλλειψη αντίδρασης των γονιών μου που θα έπρεπε να ακουστούν οι φωνές τους μέχρι το Ζάλογγο που έχανα την θέση της σημαιοφόρου, όχι λόγω βαθμών, επίδοσης ή διαγωγής, αλλά απλώς και μόνο επειδή δεν είχα γεννηθεί με το χρωμόσωμα Υ.

Βαθύς θυμός.

Σκέψου όλα αυτά τα κορίτσια που μεγάλωσαν συνηθισμένα να τα σπρώχνει κάποιος στην άκρη, επειδή είναι κορίτσια. Και όλα αυτά τα αγόρια που μεγάλωσαν θεωρώντας αυτονόητο ότι τους ανήκουν οι τιμές, η πρώτη θέση, η κορυφή, επειδή και μόνο είναι αγόρια.

Είναι μια εξοντωτική μάχη που δίνουμε κάθε μέρα, ακόμα και πριν το συνειδητοποιήσουμε, μια διαρκής προσπάθεια να αποδείξουμε την αξία μας, να διεκδικήσουμε τα αυτονόητα. Ξεκινάει πριν ακόμα έχουμε τις λέξεις να πούμε τι είναι αυτό που μας πνίγει. Και συνεχίζει αδιάλειπτα στην υπόλοιπη ζωή μας.

Οι φωτογραφίες μπήκαν πάλι στο αρχείο. Αλλά κρατάω αυτή του νηπιαγωγείου. Παραμένει η αγαπημένη μου. Τότε που το μόνο μου πρόβλημα είναι ότι με στένευαν τα μαύρα μου λουστρίνια και ότι δεν μου άρεσαν οι νουαζέτες που κερνούσαν απαραίτητα στις γιορτές της τάξης.

Διαβάστε επίσης | GenX Mess: Τα σχέδια

MHT