the-x-file-η-ομίχλη-160890

Δύο φίλοι μου άρχισαν τους τελευταίους μήνες να ακούν έναν επίμονο θόρυβο, σαν σειρήνα μέσα στο κεφάλι τους. Ο ένας το έπαθε στο πρώτο λοκντάουν, ο άλλος στο δεύτερο. Μου λένε κοντεύουν να τρελαθούν. Είναι σαν ένα παράφωνο τζιτζίκι που ουρλιάζει κάποιο αυγουστιάτικο μεσημέρι. Όταν ξεχνάς την ύπαρξή του, σταματάει να κάνει θόρυβο. Όταν το έχεις στο νου σου, σου παίρνει τα αυτιά. Μια φίλη μου δεν μπορεί καθόλου να κοιμηθεί. Ξυπνάει μέσα στη νύχτα, σκέφτεται αυτό που συμβαίνει και την πιάνει απελπισία. Φοβάται ότι δεν θα τελειώσει ποτέ, ότι θα εντοπιστούν άλλες μεταλλάξεις και μετά από μερικά χρόνια θα έρθει ένας νέος κορωνοϊός και τα εμβόλια δεν θα πιάνουν και εμείς θα είμαστε για πάντα κλεισμένοι σε σπίτια. Ένας γνωστός μου έχει απλώς γίνει ψεκασμένος. Βγάζει πύρινους λόγους κατά των περιοριστικών μέτρων και αποκαλεί το λοκντάουν «χούντα».

Εγώ έχω καταφέρει το κυριότερο ψυχοσωματικό σύμπτωμα του τελευταίου χρόνου να είναι «η ομίχλη». Ένα πέπλο αμνησίας, σαν πολύμηνο Αλτσχάιμερ, που με εμποδίζει να θυμηθώ τι έκανα πριν δυο μήνες, πού γιόρτασα τα γενέθλιά μου, αν πήγα διακοπές ή όχι το καλοκαίρι. Ο χρόνος έχει ομογενοποιηθεί, δεν ξεχωρίζουν μήνες, μέρες, ώρες. Το μόνο που με βοηθάει να κρατήσω ένα νοητό ημερολόγιο είναι η δουλειά. Την Δευτέρα κάνω τεστ, την Τρίτη γράφω για τη Vogue, την Τετάρτη έχω τη στήλη, την Πέμπτη κυριακάτικο και την Παρασκευή βάρδια. To Σαββατοκύριακο ξεχνάω.

The X-File: Η ομίχλη-1
©H Ξένια Κουναλάκη.
1/1
Native Share

Οι επιστήμονες λένε ότι ίσως αυτή η λήθη κάνει καλό. Είναι η άμυνα απέναντι στα δυσάρεστα. Το εγκεφαλικό ανοσοποιητικό μας σύστημα ενεργοποιείται για να αντιμετωπίσει τα τραύμα. Ξεχνάω επίτηδες δηλαδή, είναι επιλογή μου, δεν θέλω να θυμάμαι. Την ομίχλη την διάλεξα, δεν ήρθε ως φυσικό φαινόμενο και προσγειώθηκε στο κεφάλι μου.

H ζωή είναι πλέον μονοθεματική: η πανδημία. Πόσα κρούσματα σήμερα; Πότε θα ανοίξουν τα σχολεία και η αγορά; Θα κάνουμε Πάσχα; Ποια σειρά βλέπεις; Ποιο φαγητό παράγγειλες; Κατάφερες να τελειώσεις το βιβλίο σου; Αυτά συζητάμε με τους φίλους στις βόλτες, πάντα τις ίδιες, στο Ζάππειο, στο Λυκαβηττό και γύρω από την Ακρόπολη. Όταν καμία φορά συναντιόμαστε για ένα τσάι σε πλαστικό έξω από το μπαρ, στο οποίο κάποτε συχνάζαμε υπάρχει μια έκδηλη αμηχανία μεταξύ μας. Ανταλλάσσουμε δυο τρεις κουβέντες, τα τυπικά, «Αχ πότε θα ανοίξουν πάλι, να μην ζούμε στην παρανομία»; Βγαίνουν οι ιδιοκτήτες έξω. «Πόσο είναι το πρόστιμο; Πω πω, μήπως να πάμε να κάτσουμε απέναντι, μην σας βάλουμε σε μπελάδες»;

Τι λέγαμε πριν ένα χρόνο; Πως καθόμασταν τόσες ώρες και χαζολογούσαμε; Συνειδητοποιούσαμε τότε την πολυτέλεια (χρόνου, αγγίγματος, οξυγόνου); Υπάρχει μια εφαρμογή που σου θυμίζει τους ήχους των μπαρ. Με το “Ι miss my bar” μπορείς να θυμηθείς το σάουντρακ των στεκιών: τον μπάρμαν να ετοιμάζει τα ποτά, τους θαμώνες να μιλούν, την μουσική να παίζει, την βροχή να πέφτει έξω ως μακρινή υπόκρουση, τα αυτοκίνητα να κορνάρουν. In a galaxy far far away, μπορείς σχεδόν να μυρίσεις τα τοστ και τη μουστάρδα που φέρνει ο κύριος Γιάννης. Δεν φοράει μάσκα-αυτή είναι η μόνη βεβαιότητα.

Διαβάστε επίσης | The X-File: Το μαγιό