Πραγματικά, κανείς δεν ήξερε τι να περιμένει από την πρώτη ψηφιακή εβδομάδα μόδας – μόνο ότι όλα θα ήταν ριζικά διαφορετικά σε σχέση με ό,τι έχουμε συνηθίσει. Το Λονδίνο ήταν το πρώτο που αποφάσισε να βουτήξει στην αβεβαιότητα: στο μυαλό των σχεδιαστών, των φοιτητών και των brands που συνέχισαν να δουλεύουν μέσα στην πανδημία, στις ερωτήσεις για το reset στη βιομηχανία με περιβαλλοντικά κριτήρια, ενώ παράλληλα διευρύνεται η αγανάκτηση του κόσμου κατά του ρατσισμού και στη Μεγάλη Βρετανία, όπως στην Αμερική.
Το αποτέλεσμα, με τη μεγάλη ποικιλία στην οποία υπήρχε ελεύθερη πρόσβαση σε μεγάλο βαθμό, έμοιαζε περισσότερο με διασταύρωση ενός πειραματικού φεστιβάλ για τις τέχνες και ενός διαδικτυακού συνεδρίου με απόψεις. Το συμπέρασμα που έχει μεγαλύτερη βαρύτητα για μένα είναι ότι ήταν μία πλατφόρμα για αυτό που αγαπώ περισσότερο απ’όλα στη μόδα, αυτό που το σύστημα της πασαρέλας μπορεί να μπλοκάρει: να ακούω τους ανθρώπους να μιλούν απευθείας και με συναίσθημα για το νόημα της δουλειάς τους και να μπορώ να τους ακολουθώ στον κόσμο που έχουν δημιουργήσει μέσα από αυτήν.
Ανακεφαλαιώνοντας, θα εστίαζα στους εξής σχεδιαστές:
Η Bianca Saunders συζήτησε την ευαίσθητη προσέγγισή της στην αρρενωπότητα με τον Bruce Pask της Bergdorf Goodman και τον Neiman Marcus και ο Nicholas Daley παρουσίασε το film του The Abstract Truth, για την ψυχεδελική τζαζ performance στο show του για την τελευταία συλλογή του. Η Priya Ahluwalia λάνσαρε το βιβλίο της, Jalebi, με μία έκθεση εικονικής πραγματικότητας για την πρώτη βρετανική κοινότητα Punjabi στο Δυτικό Λονδίνο, εμπνευσμένη από τις αναμνήσεις της γιαγιάς της και αφιερωμένη στην “εκπροσώπηση της ομορφιάς που βρίσκεται στην πολυπολιτισμικότητα και στον τρόπο που εμπλουτίζουν τη ζωή οι μετανάστες.” Ο Ινδός σχεδιαστής Kaushik Velendra δημιούργησε ένα βίντεο με τον εαυτό του να περνάει με ατμό τα εντυπωσιακά κομμάτια σαν γλυπτά από την αντρική συλλογή που ξεκίνησε να εξελίσσει στο Central Saint Martins. Και ο Osman Yousefzada προέβαλε τη συγκλονιστική ταινία Her Dreams Are Bigger, στην οποία κατέγραψε τις ιστορίες γυναικών από το Bangladesh που κατασκευάζουν ρούχα, καθώς φαντάζονταν τους εαυτούς τους ως λευκές γυναίκες που αγοράζουν τα ρούχα αυτά.