νεωτερισμοί-ματιές-στο-παρελθόν-με-149745
©Αrthur Elgort/Conde Nast

Η βίαιη ανατροπή όλων όσα θεωρούσαμε δεδομένα πριν από λίγους μόνο μήνες ανέδειξε πολλές νέες πραγματικότητες, μία από τις οποίες αφορά τη βιομηχανία και την αγορά της μόδας. Στους κόλπους της πρώτης είχε ήδη ξεκινήσει η συζήτηση για επαναπροσδιορισμό των προτεραιοτήτων της, με άξονα τη βιωσιμότητα, η οποία τώρα επεκτείνεται με ακόμα μεγαλύτερο προβληματισμό. Στην αγορά, πάλι, το σοκ ήταν τεράστιο, αφού αποκλείστηκε από εκείνους για τους οποίους υπάρχει: τους καταναλωτές. Όμως, οι τρεις μήνες αναγκαστικού εγκλεισμού στο σπίτι και υποχρεωτικής αναστολής λειτουργίας των καταστημάτων δημιούργησαν νέα καταναλωτικά ήθη, αφού το μεγάλο κοινό στράφηκε στο ηλεκτρονικό εμπόριο, όχι μόνο για ρούχα, αξεσουάρ και καλλυντικά, αλλά και για είδη πρώτης ανάγκης.

Κάπως έτσι εθίστηκαν στην ευκολία των διαδικτυακών αγορών άνθρωποι που είτε επιφυλάσσονταν για διάφορους λόγους είτε ήταν φανατικοί του φυσικού καταστήματος. Ο χρόνος θα δείξει πώς θα διαμορφωθεί το τοπίο στην αγορά και στη μόδα γενικότερα, όταν η πανδημία θα αποτελεί πια παρελθόν. Το βέβαιο είναι ότι η «πίτα» θα μοιραστεί ξανά, όπως έχει ξανασυμβεί, φέρνοντας ανακατατάξεις που κάποιους τους έλκουν, άλλους τους ξενίζουν, εκείνους με σωστά αντανακλαστικά τους ευνοούν, ενώ όσους αργούν να προσαρμοστούν τους αναγκάζουν να παραιτηθούν από κεκτημένα και να αναζητήσουν νέες δραστηριότητες.

Μιλάμε άλλη μια φορά για «τέλος εποχής»; Γιατί όχι για «νεωτερισμούς»; Το πρώτο έχει έντονο το στοιχείο της νοσταλγίας, το δεύτερο θετική χροιά. Με το «παιχνίδι» εν εξελίξει δεν μπορούμε να απαντήσουμε τι από τα δύο ταιριάζει περισσότερο. Μπορούμε όμως να ρίξουμε μια ματιά στο παρελθόν, όταν οι μοντερνισμοί εισέβαλαν στη ζωή των ανθρώπων με ορμή, καταργώντας κατεστημένες δομές της οικονομίας, της κοινωνίας, αλλά και του αστικού τοπίου. Ας το κάνουμε με τον πιο ελκυστικό τρόπο, αφού και το καλοκαιράκι προσφέρεται: διαβάζοντας ένα βιβλίο ή παρακολουθώντας μια τηλεοπτική σειρά. Ή και τα δύο.

«Νεωτερισμοί»: Ματιές στο παρελθόν με δύο βιβλία & τρεις τηλεοπτικές σειρές-1
©Rene Bouet-Willaumez/Conde Nast

Την αφορμή μας την έδωσε μια ιταλική καθημερινή σειρά της RAI 1 με τίτλο Ο Παράδεισος των Κυριών. Τόπος δράσης ένα πολυκατάστημα στο Μιλάνο της δεκαετίας του ’50, του οποίου ιδιοκτήτες και προσωπικό εμπλέκονται σε καταστάσεις ανταγωνισμού, έρωτα, προδοσίας, εκδίκησης… Σε ό,τι απαιτεί, δηλαδή, μια επιτυχημένη τηλεοπτική συνταγή. Μια επισήμανση ωστόσο στους τίτλους τέλους προκαλεί έκπληξη: η σειρά είναι -χαλαρά- βασισμένη στο βιβλίο του Εμίλ Ζολά Au Bonheur des Dames (Στον Παράδεισο των Κυριών, μετάφραση Ιφιγένεια Μποτουροπούλου, εκδ. Στερέωμα). Και εδώ αρχίζει το ενδιαφέρον. Γιατί στις σελίδες του ογκώδους αυτού έργου του σπουδαίου Γάλλου συγγραφέα -ποιος δεν γνωρίζει το περίφημο «Κατηγορώ» του για το πολιτικό σκάνδαλο Ντρέιφους που συντάραξε τη χώρα, δημοσιευμένο στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας L’ Aurore στις 13 Ιανουαρίου 1898- δεν καταγράφεται μόνο μια ερωτική ιστορία, αλλά και μια μεγάλη ανατροπή, καθώς η ανατολή των πολυκαταστημάτων είχε σοβαρές επιπτώσεις στην οικονομία της αγοράς και συνεπακόλουθες κοινωνικές μεταβολές. Γιατί το πολυκατάστημα δεν ήταν απλά ένα μέρος όπου κάποιος μπορούσε να βρει συγκεντρωμένα πολλά διαφορετικά αγαθά –«νεωτερισμούς» κατά την ορολογία της εποχής- σε πιο συμφέρουσες τιμές από τα παραδοσιακά μικρά καταστήματα, αλλά σηματοδοτούσε τον φετιχισμό των αγορών, την προμήθεια δηλαδή πραγμάτων για τη χαρά της απόκτησής τους περισσότερο παρά για την αναγκαιότητά τους.

To φαινόμενο ξεκίνησε την εποχή που γράφτηκε το βιβλίο –1883-, εξελίχθηκε σε ολόκληρο τον 20ο αιώνα -με την εκ των πραγμάτων αναστολή του στην Ευρώπη λόγω των δύο παγκοσμίων πολέμων- και γιγαντώθηκε στη δεύτερη κυρίως δεκαετία του 21ου, με τις γνωστές συνέπειες που οδήγησαν στην κρίση αξιών της σύγχρονης μόδας (γιγάντωση της παραγωγής, αμφισβητήσιμη ηθική των μεθόδων της βιομηχανίας κ.λπ.)

Τηρουμένων των αναλογιών, η δημιουργία των πολυκαταστημάτων και η σύγχρονη άνθηση του διαδικτυακού εμπορίου έχουν κοινά, και αν κάποιος αναρωτιέται για το τι μέλλει γενέσθαι θα εμπλουτίσει τον προβληματισμό του διαβάζοντας αυτό το βιβλίο που μας βοηθά να περιηγηθούμε με κινηματογραφικό τρόπο σε μια ενδιαφέρουσα ιστορική περίοδο, παρακολουθώντας παράλληλα την εξέλιξη της ερωτικής ιστορίας μεταξύ του ιδιοκτήτη του πολυκαταστήματος με μία από τις πωλήτριές του. Σας το συστήνουμε. Όσο για την ιταλική σειρά -των πάρα πολλών επεισοδίων-, αποδίδει ωραία το κλίμα και τη μόδα των 50s, ενώ υπάρχει και μια βρετανική του BBC One, επίσης βασισμένη στο ίδιο βιβλίο, αλλά με τη δράση να έχει μεταφερθεί στην Αγγλία του 1875 και τίτλο The Paradise, η οποία ολοκληρώνεται σε δύο κύκλους.

Για την ιστορία να πούμε ότι ένα από τα πρώτα -για κάποιους το πρώτο- πολυκαταστήματα του Παρισιού και του κόσμου ολόκληρου είναι το Le Bon Marché, που ιδρύθηκε ως Au Bon Marché το 1838 από τους Paul και Justin Videau, ανανεώθηκε στη λογική του σύγχρονου πολυκαταστήματος το 1852 από τον Aristide Boucicaut και τη σύζυγό του Marguerite, ενώ το κτίριο στο οποίο φιλοξενείται ακόμα και σήμερα κατασκευάστηκε το 1869. Έργο των αρχιτεκτόνων Louis-Auguste, Louis-Charles και Louis-Hippolyte Boileau, οι οποίοι συνεργάστηκαν με τους μηχανικούς Armand Moisant και Gustave Eiffel, όρισε το νέο αρχιτεκτονικό τοπίο της πόλης, διατηρώντας ηγετική παρουσία στην παρισινή αγορά μέχρι και σήμερα, που πλέον έχει περάσει στην ιδιοκτησία του ομίλου LVMH. Και, βεβαίως, έχει ξεκινήσει ήδη τη μετάβασή του στην καινούργια, ηλεκτρονική εποχή – τα αντανακλαστικά που λέγαμε.

Μια άλλη σειρά, του ITV, μας μεταφέρει σε ανάλογο σκηνικό στο Λονδίνο και στο πολυκατάστημα Selfridges της Oxford Street. Αυτή είναι βασισμένη στο βιβλίο Shopping, seduction and Mr. Selfridge της Lindy Woodhead (εκδ. Profile Books Ltd, 2012), η οποία εργάστηκε στη μόδα πάνω από 25 χρόνια, υπήρξε η πρώτη γυναίκα στο διοικητικό συμβούλιο του Harvey Nichols στα τέλη του ‘80, εγκατέλειψε τον χώρο το 2000 για να επικεντρωθεί στη γραφή, ενώ σήμερα συνεργάζεται με το περιοδικό Spectator και το The Times Saturday Magazine. Το σενάριο, που υπογράφει ο πολυβραβευμένος Andrew Davies, επικεντρώνεται στην προσωπικότητα και τον βίο του οραματιστή Αμερικανού επιχειρηματία Harry Gordon Selfridge, ο οποίος έφτασε το 1906 από το Σικάγο στην Αγγλία για να υλοποιήσει έξυπνα την ιδέα ενός πολυκαταστήματος όπου οι γυναίκες θα ψώνιζαν κυρίως για να ευχαριστιούνται. Η ιστορία, που διαδραματίζεται την περίοδο 1908-1928, δεν περιορίζεται στο νέο καταναλωτικό μοντέλο που εισήγαγε ο πρωταγωνιστής, αλλά ασχολείται και με θέματα όπως η γυναικεία χειραφέτηση, η δύναμη της επικοινωνίας, το χάος που χωρίζει την ταξική βρετανική κοινωνία από την αμερικάνικη, τη δυναμική της αστικής τάξης που αγκάλιαζε με πάθος τα αγαθά του καπιταλισμού. Βρετανικού επιπέδου ποιότητα στα πάντα -διάλογοι, ερμηνείες, κοστούμια, ιστορική ακρίβεια- και μια ματιά στις πρώτες δεκαετίες ενός νέου αιώνα που θα έφερνε στον κόσμο πολλά καινά δαιμόνια και άλλα τόσα δεινά.

Δεδομένου ότι διανύουμε την αντίστοιχη περίοδο του δικού μας καινούργιου αιώνα, οι συγκρίσεις είναι αναπόφευκτες – ξανά στο προσκήνιο μια πανδημία, ένα διεθνές πολιτικό σκηνικό σε αναταραχή, πάλι μπροστά μας η γυναικεία ενδυνάμωση, ο ρατσισμός, η αλλαγή των κανόνων της αγοράς, για να επιστρέψουμε στο θέμα μας, και τόσα άλλα. Ας κρατήσουμε όμως τα καλά, ξεχνώντας τα δυσάρεστα. Άλλωστε, ο 20ος αιώνας έφερε και την πιο όμορφη εποχή της ανθρωπότητας, τα υπέροχα 50s, 60s και 70s. Ίσως μας επιφυλάσσει μια καινούργια τέτοια ο 21ος.

Διαβάστε επίσης | The Crown: Η ανακοίνωση της κυκλοφορίας της 4ης σεζόν & τα πρώτα πλάνα