Μην ρωτάς αν έχεις μια καλή ιστορία να πεις, ρώτα αν έχεις τη δυνατότητα να την πεις καλύτερα από τον Τζόρτζ Κλούνεϊ. Ή μάλλον μην μπαίνεις στον κόπο – δεν την έχεις. Θα μπορούσε να σου το πιστοποιήσει ολόκληρο το Χόλιγουντ που, επί ένα ολοστρόγγυλο τέταρτο του αιώνα τώρα, τον ακούει μαγεμένο να σολάρει. Κι εμείς οι υπόλοιποι από κοντά. Για να αρχίσει να τα λέει, βέβαια, έτσι χαριτωμένα και σκαμπρόζικα όπως συνηθίζει, χρειάζεται ένα τουλάχιστον κίνητρο: μια νέα ταινία, ένα φρέσκο πρότζεκτ, μια βράβευση, μια διάκριση, μια αναγνώριση, ένα εξώφυλλο, βρε αδελφέ. Αυτόν τον μήνα τα κίνητρα είναι δύο. Αφενός η προώθηση του «The Midnight Sky» (πρωταγωνιστικός ρόλος, σκηνοθεσία, παραγωγή, όλα στην πλάτη του), το οποίο θα αρχίσει να προβάλλεται στο Netflix την προπαραμονή των Χριστουγέννων, αφετέρου η ανάδειξή του σε «είδωλο της χρονιάς» («icon of the year») από το περιοδικό «GQ» – εξωφύλλου συμπεριλαμβανομένου. Συνεπώς, ο σταρ δικαιωματικά το τελευταίο διάστημα έχει ανοίξει το κουτάκι με τις κλουνεϊκές ιστορίες και τις λέει από δω κι από κει.
Και λέξη λέξη, μπροστά στα μάτια μας, ο κύριος Κλούνεϊ των δύο Όσκαρ μεταμορφώνεται στον Τζορτζ της διπλανής πόρτας. Καλά, υπερβολή. Ας πούμε καλύτερα στον Τζορτζ της παραδιπλανής έπαυλης. Νοητά τον παρακολουθούμε να βάζει σκούπα, να πλένει πιάτα, να κάνει μερεμέτια στη μάντρα, να «αυτοκουρεύεται» (μας το έδειξε και ζωντανά στο βραδινό σόου του Τζίμι Κίμελ, καθιστώντας τη συσκευή που χρησιμοποιεί sold out) και να προσπαθεί να μοντάρει την ταινία του στο ένα δωμάτιο, καθώς τα νήπια στο άλλο πασαλείβουν με φιστικοβούτυρο τα παπούτσια τους και με νουτέλα τις πάνες τους. Κλεισμένος στο σπίτι λόγω καραντίνας, αυτός ο κουρασμένος εργαζόμενος πατέρας λέει ότι συναντά τους φίλους του μόνο στο cloud και ότι ανησυχεί για τους γονείς του που ζουν στο Κεντάκι, ενώ περιμένει τη σύζυγο να γυρίσει από κάτι μικροδουλίτσες που της έτυχαν στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ή στον ΟΗΕ.