Τον βάφτισαν Ρόμπερτ Πίτερ, οι φίλοι-φαν τον λένε Ρόμπι, οι εχθροί του το ίδιο. Αλλά οι δικοί του άνθρωποι τον φωνάζουν Ρομπ, επιλέγοντας ένα υποκοριστικό πιο στιβαρό, πιο ενήλικο. Δεν είναι συνηθισμένο το χαϊδευτικό όνομα να διατίθεται προς χρήση στον δημόσιο βίο ενώ στα κατ’ ιδίαν να προτιμάται η πιο απλή και χρηστική προσφώνηση, όμως ο Ρόμπι Γουίλιαμς δεν είναι ένας συνηθισμένος ποπ σταρ – είναι ο χαϊδεμένος της παγκόσμιας μουσικής σκηνής. Και μακριά από αυτόν κάθε ρετσινιά στιβαρότητας και ωριμότητας. Στα σχεδόν 47 του, ο πάμπλουτος αστέρας που κατοικοεδρεύει στους λόφους του Χόλιγουντ διατηρεί τη νοοτροπία του μικροαστού πιτσιρικά από την αγγλική επαρχία που μας ζητά να του επιτρέψουμε να μας διασκεδάσει. Κι εμείς, τι να κάνουμε, του το επιτρέπουμε. Γιατί έχει ταλέντο, έχει πλάκα και μια χαριτωμενιά παντός καιρού.
Επίσης έχει ανασφάλειες, συμπλέγματα, εμπάθειες, πικρίες, απωθημένα και έναν απαράμιλλο τρόπο να αναφέρεται σε όλα αυτά ανοιχτά, να τα κανιβαλίζει και να τα ξορκίζει. Όπως ξορκίζει το έτος του κορωνοϊού στο φετινό (διότι υπήρχε ανάλογο περσινό) χριστουγεννιάτικο άλμπουμ του. Στο βίντεο κλιπ τού «Can’t Stop Christmas» παρουσιάζεται καθισμένος σε μια χωστή πολυθρόνα, ελαφρώς γειρτός μπροστά λόγω στιχουργικού προβληματισμού, φορώντας ένα κόκκινο πουλόβερ με το αρκουδάκι Πάντινγκτον και ομοιόχρωμες κάλτσες. Σε μια οθόνη απέναντί του προβάλλεται ο ίδιος συμπαθητικά μεταμφιεσμένος σε Μπόρις Τζόνσον να κάνει χορογραφημένες διακηρύξεις αναφορικά με το δυσμενές «πρωτόκολλο» των εορτών. Με λόγια ευαισθητοποίησης και πιασάρικη μελωδία, ο Ρόμπι προσβλέπει σε καλύτερες, Covid-free ημέρες, δηλώνει ότι φέτος για δώρο τού αρκεί ένα αντισηπτικό, ενώ εκείνος μας δωρίζει την υπόσχεση ότι του χρόνου θα είναι πάλι παρών, γερός, δυνατός και μάχιμος.