hard-things-μπορούμε-να-κάνουμε-δύσκολα-πράγμα-164091

Στο βιβλίο της «Αδάμαστη», η Γκλένον Ντόιλ περιγράφει πώς, την εποχή που ξεκινούσε τη μακρά προσπάθεια της απεξάρτησής της από το αλκοόλ και τα ναρκωτικά, έβλεπε κάθε μέρα, περνώντας έξω από την τάξη μιας φίλης της νηπιαγωγού, μια επιγραφή που είχε φτιάξει εκείνη για τα παιδιά: «We can do hard things». Μπορούμε να κάνουμε δύσκολα πράγματα

Κάθε φορά που έπρεπε να αντέξει μια οριακά αφόρητη στιγμή, κάθε φορά που έπρεπε να αντισταθεί σε μια παλιά συνήθεια ή να αλλάξει μια συμπεριφορά που είχε φτάσει να θεωρεί αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητάς της -και μερικές φορές σε όλη τη διάρκεια μιας γκρίζας ημέρας- η Ντόιλ έλεγε στον εαυτό της «Μπορούμε να κάνουμε δύσκολα πράγματα», σαν υπενθύμιση ότι το άσπρο και το μαύρο, το ναι και το όχι, το έτσι και το αλλιώς, δεν είναι οι μόνες επιλογές, είναι συνήθως σημεία στο χώρο ή το χρόνο, με μια απόσταση ανάμεσά τους, την οποία μπορούμε να καλύψουμε μόνο με την εξάσκηση, την προσπάθεια, το ζιγκ ζαγκ της από/επιτυχίας και την επιμονή.

Η απόσταση είναι η αλλαγή. Η αλλαγή είναι συνήθως δύσκολη. Και αυτή τη στιγμή -αυτές τις πολλές τελευταίες στιγμές- βρισκόμαστε στην αρχή της.

Μπορούμε να κάνουμε δύσκολα πράγματα; Μπορούμε να καλύψουμε την απόσταση ανάμεσα στις διακρίσεις, τον αποκλεισμό, την αξιολόγηση των πραγμάτων με βάση μόνο το αν εμείς γελάμε/βολευόμαστε/εξελισσόμαστε/χαιρόμαστε με αυτά από τη μία, και την ισότητα, το σεβασμό και την αποδοχή του διαφορετικού, τη βιωσιμότητα και τη συμπερίληψη από την άλλη;

Το πρόβλημα με τα δύσκολα πράγματα που έχουμε αυτή τη στιγμή μπροστά μας είναι ότι η αφετηρία από την οποία ξεκινάμε δεν φαίνεται και τόσο άσχημη -τουλάχιστον για κάποιους και κάποιες από εμάς. Οι περισσότεροι και οι περισσότερες δεν πεθαίνουμε από τον σεξισμό, έχουμε μάθει να ζούμε με την «κανονικότητα» των διακρίσεων και της σεξουαλικής παρενόχλησης, έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε γύρω μας μόνο ανθρώπους που μας μοιάζουν, έχουμε τοποθετήσει την κλιματική αλλαγή σε κάποια αυθαίρετη αλλά ασφαλή απόσταση στο μέλλον -έχουμε, με άλλα λόγια, τακτοποιήσει τον εσωτερικό και εξωτερικό μας κόσμο έτσι που να μπορούμε να ζούμε με την πραγματικότητά μας χωρίς μεγάλες απώλειες και αγωνίες. 

Γιατί, λοιπόν, να μπούμε σε μια επώδυνη διαδικασία όπως η αλλαγή;

Όταν ήμουν μικρή, η γιαγιά μου του βουνού, που αγαπούσε τα βιβλία και τη μαγειρική, έφτιαχνε με σχολαστική επιμέλεια τα νύχια της και μου τραγουδούσε τα καλοκαίρια την «Ψαροπούλα», έκοβε κάθε Δεκαπενταύγουστο τα πράσινα και μοβ αγκάθια που συναντούσαμε στο δρόμο προς το ξωκλήσι της Παναγίας, για να τα βάλει στα βάζα της και να της κάνουν παρέα στο υπόλοιπο της χρονιάς. 

Μου άρεσαν τα αγκάθια, ιδιαίτερα τα μοβ. Έκανα χρόνια να τα ξανασυναντήσω κι έτσι δεν σκεφτόμουν τη συνήθεια αυτή της γιαγιάς. Μέχρι πέρυσι, που βρέθηκα και πάλι μπροστά τους, με τη μικρή μου κόρη στο πλάι μου, αυτή τη φορά. Την κόρη μου που μαθαίνει στο σχολείο της ότι τα φυτά και τα πλάσματα της φύσης τα αφήνουμε στην ησυχία τους και ότι, από «θησαυρούς» μπορούμε να παίρνουμε μαζί μας μόνο αυτούς που βρίσκονται ήδη πεσμένοι κάτω. Την κόρη μου, που ζει ήδη μια νέα πραγματικότητα σεβασμού και περιμένει εμένα να κάνω τη αλλαγή μου. 

Η αφετηρία μου δεν είναι καθόλου άσχημη: ένα βάζο με μοβ αγκάθια και την ανάμνηση της γιαγιάς. Η αφετηρία μας είναι μια φύση που θεωρούμε κτήμα μας. Η επιλογή να μην πούμε «ένα αγκάθι/ένα αστείο/μία ψήφος είναι, τι πειράζει;» είναι δύσκολη. Αλλά η αλλαγή θα είναι για μας. Κι εμείς μπορούμε να κάνουμε δύσκολα πράγματα.

Διαβάστε επίσης | The Vibe: Οι 60+ ώρες που δεν άλλαξαν τον κόσμο