Μέρα 1
Έχω περάσει μέρες ολόκληρες να διαλέγω τα ρούχα της πρώτης μέρας στο Πανεπιστήμιο. Της πρώτης μέρας αυτού που θα είναι “τα καλύτερα χρόνια της ζωής μου”. Έτσι λένε οι καθηγητές μου, έτσι με ενθαρρύνουν οι γονείς μου, έτσι πιστεύω και εγώ και το επαναλαμβάνω στον εαυτό μου, κυρίως για να δικαιολογήσω αυτό το μαρτύριο στο οποίο τον υπέβαλα τα τελευταία τρία χρόνια: Εντατικά ιδιαίτερα, άγχος, κλάματα. Στο τέλος της τρίτης λυκείου, ήμουν στα όριά μου, κρύωνα συνέχεια, ακόμα και στον Ιούνιο στο προαύλιο και με έπιαναν συνέχεια ταχυκαρδίες, αλλά δεν τολμούσα να πω τίποτα γιατί όλοι γύρω μου θεωρούσαν ότι πρέπει να περάσεις στο πανεπιστήμιο πάση θυσία —κυριολεκτικά. Το καλοκαίρι μετά τις πανελλαδικές, ακόμα και μετά τα αποτελέσματα, ξυπνούσα με τρόμο ότι κάτι έχω ξεχάσει να κάνω, ένα κεφάλαιο να διαβάσω, ένα γραπτό να παραδώσω. Αλλά δεν πειράζει έλεγα, ακουμπώντας την πλάτη μου στον τοίχο και παίρνοντας βαθιές ανάσες, μιας μεθόδου που είχα ανακαλύψει ότι με βοηθάει στις χειρότερες στιγμές των κρίσεων, αξίζει τον κόπο.
Οι γονείς μου είναι περήφανοι και επιτέλους θ’ ανοίξω τις πόρτες σ’ αυτόν τον μαγικό κόσμο που θα αλλάξει τη ζωή μου. Ήξερα το κτίριο της Σόλωνος που έπρεπε να πάω, συναντήθηκα με μια κοπέλα από το σχολείο μου που είχε περάσει κι αυτή εκεί, πήραμε τον ηλεκτρικό ως την Ομόνοια και περπατήσαμε ανηφορικά την Πανεπιστημίου (ναι, δεν υπήρχε μετρό ακόμα). Μιλούσαμε με ενθουσιασμό για όλα αυτά που θέλαμε να κάνουμε, τους φίλους, τα μαθήματα, τα αγόρια, είχαμε αγωνία μην φαινόμαστε ακόμα μαθήτριες, στρίψαμε σε μια κάθετη, βάλαμε κι άλλο κραγιόν, ξαναστρίψαμε και βρεθήκαμε μπροστά στα σκαλιά της Νομικής. Φοιτήτριες, λέγαμε για τον καινούργιο μας τίτλο και φουσκώναμε από χαρά.
Πίσω από θυρίδες μας καλωσόρισαν υπάλληλοι που μισούσαν τον εαυτό τους περισσότερο και από την δουλειά τους και μας έστειλαν στα τραπεζάκια των διάφορων νεολαίων να μας συμπληρώσουν τα χαρτιά εγγραφής. Έτσι γινόταν το πράγμα τότε. Τα παιδιά στα τραπέζια συμπλήρωσαν τα πάντα και μας έστειλαν πίσω στις θυρίδες με όλη την χαρτούρα και μια αγκαλιά φυλλάδια για το κόμμα τους. Τα παραδώσαμε στους υπαλλήλους, εισπράξαμε ένα μουγκρητό και ένα χειρόγραφο πάσο. Μόλις είχαμε γραφτεί στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Μέρα 2-38
Δεν έχουν ξεκινήσει τα μαθήματα γιατί έχει κατάληψη ή απεργία, δεν είμαστε σίγουροι, κανείς δεν μας λέει τίποτα, πανό ανεβαίνουν και σκίζονται, γνώρισα μια κοπέλα από την Κρήτη που οι γονείς της φώναζαν θυμωμένοι στις κλειστές πόρτες ότι μένουν σε ξενοδοχείο μέχρι να εγκαταστήσουν το παιδί τους και τους κοστίζει αυτό το φιάσκο. Προσπαθώ να δω το αστείο του πράγματος, να φανώ cool, να γίνω ένα με τους φοιτητές, αλλά σιχαίνομαι να καθίσω σ’ αυτά τα κολλώδη σκαλιά με τους ξεραμένους αφρούς από φραπέ και αποτσίγαρα και να μιλήσω για το πώς θα αλλάξω τον κόσμο.