Πολλοί από τους επαγγελματίες της μόδας αντιμετώπισαν ένα έντονο σύνδρομο στέρησης αυτήν την εβδομάδα. Κι αυτό γιατί στις ψηφιακές του ατζέντες δεν υπήρχε καμία πρόσκληση για φυσική παρουσία σε κάποιο ντεφιλέ υψηλής ραπτικής για το καλοκαίρι του ‘21. Το σύνδρομο στέρησης δεν συνδέεται με τα Champagne cocktails στο μπαρ του Ritz – εξαιρετικά “refreshments” ανάμεσα σε δύο επιδείξεις, αποτελούν πάντα έναν εξαιρετικό λόγο παρουσίας στην εβδομάδα της haute couture – αλλά με την ευκαιρία να παρατηρήσει κανείς από κοντά την αειθαλή τέχνη του χειροποίητου, την αφρόκρεμα του craftsmanship, όπως αυτή ορίζεται μέσα από τον όρο “υψηλή ραπτική” της γαλλικής ομοσπονδίας της haute couture και της μόδας.
Η πανδημία δεν υποχωρεί – ακόμα. Ούτε η υψηλή ραπτική – ακόμα. Ο ρόλος της δεύτερης, όμως, αλλάζει. Το κλειστό κλαμπ της haute couture εξακολουθεί να συντηρείται από ένα διεθνές πελατολόγιο, το οποίο αρχικά ξεκίνησε να χτίζεται στην Ευρώπη για να επεκταθεί αργότερα δυτικά και ανατολικά.
Όμως, η υψηλή ραπτική έχει αναλάβει και άλλους ρόλους. Όπως εκείνον της “βιτρίνας”. Ένα βραδινό couture φόρεμα παραμένει ένα όνειρο, όχι όμως κι ένα άρωμα με την ίδια, μαγική για πολλούς, υπογραφή. Τα τελευταία χρόνια, η υψηλή ραπτική έχει αποκτήσει και τον ρόλο του “εργαστηρίου”. Ένας χώρος όπου κυριαρχεί η όρεξη – και η ανάγκη, πλέον – για καινοτομία και νέες ιδέες πάνω σε σιλουέτες και υφάσματα.
Οι επαγγελματίες της μόδας που δεν βρέθηκαν στο Παρίσι αυτήν την εβδομάδα έχασαν την ευκαιρία να δουν από κοντά τα περίπλοκα κεντήματα του ιστορικού οίκου Lesage, αλλά και εκείνα του Ινδού Rahul Mishra, τα οποία σύμφωνα με τη βετεράνο κριτικό Suzy Menkes φτιάχτηκαν από μια ομάδα χιλίων ατόμων. Έχασαν επίσης μια ακόμα ευκαιρία να θαυμάσουν από κοντά το όραμα της δημιουργού Iris van Herpen, την άκρως πειραματική της ματιά, η οποία αυτήν τη σεζόν, εκτός από γνώριμες τρισδιάστατες σιλουέτες, περιείχε υφάσματα και ίνες από μύκητες, ρίζες και σπόρους της φύσης.