Όταν το Παρίσι ετοιμαζόταν για τα σόου της σεζόν, λίγο πριν ξεσπάσει η πανδημία, κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι θα σηματοδοτούσαν το τέλος μιας εποχής. Η Vogue Greece ήταν εκεί!
Η τελευταία ημέρα των επιδείξεων για τη σεζόν Φθινόπωρο/Χειμώνας 2020-21 στο Μιλάνο σήμανε την άφιξη της πανδημίας στην Ευρώπη και μαζί το πρώτο lockdown, γεγονός που έσπειρε τον πανικό. Όσοι εργαζόμαστε στον χώρο της μόδας καταφέραμε να «δραπετεύσουμε» για το Παρίσι με τρένο, σαν κυνηγημένοι, για να συνεχίσουμε την όποια αποστολή έπρεπε ο καθένας να φέρει εις πέρας, αψηφώντας τον κίνδυνο – να σας θυμίσω ότι εδώ και δεκαετίες οι fashion weeks ξεκινούν από τη Νέα Υόρκη και ολοκληρώνονται στη γαλλική πρωτεύουσα. Η αλήθεια είναι ότι κανείς από τους συνταξιδιώτες συναδέλφους μου δεν είχε καταλάβει τότε το μέγεθος του προβλήματος, που αρχικά έμοιαζε να είναι διαχειρίσιμο. Προσωπικά, ανυπομονούσα να ανακαλύψω τις νέες συλλογές που ετοίμασαν οι σχεδιαστές με τις ομάδες τους μετά από έξι μήνες σκληρής δουλειάς.



Η καταγραφή στο ημερολόγιό μου ξεκινά από το μεσημέρι της Τρίτης 25 Φεβρουαρίου, γύρω στο μεσημέρι. Περπατώ από το ξενοδοχείο μου προς το Λούβρο, καταλήγοντας στο Jardins des Tuileries. Ένας επιβλητικός μπεζ κύβος με μια εξίσου επιβλητική ταμπέλα που γράφει Dior έχουν στηθεί ειδικά για το σόου δίπλα στο μεγάλο σιντριβάνι, που συνήθως είναι περιτριγυρισμένο από τις τυπικές πράσινες μεταλλικές καρέκλες που υπάρχουν σε κάθε πάρκο του Παρισιού, προορισμένες για την ανάπαυση των περιπατητών και εκείνων που αγαπούν τη φύση. Εκπλήσσομαι όταν στα παρασκήνια ένας στενός φίλος αρνείται το τυπικό φιλί χαιρετισμού, «λόγω του ιού», όπως μου λέει, ενστικτώδης κίνηση που όμως με βρίσκει απροετοίμαστο. Κατευθύνομαι στο βάθος, όπου ετοιμάζονται τα μοντέλα, παρατηρώντας με ενδιαφέρον τα ρούχα με εμφανή στοιχεία της δεκαετίας του ’70, περίοδος κατά την οποία η επικεφαλής σχεδιάστρια του οίκου, Μaria Grazia Chiuri, ήταν έφηβη. Οι δημιουργίες της αντανακλούν την ανάγκη για ισότητα των δύο φύλων και υπενθυμίζουν την έναρξη της πολιτικοποίησης των γυναικών. Συνάμα, έχουν μια ταπεινότητα, παρά τα μεταξωτά υφάσματα από τα οποία είναι φτιαγμένα – μοιάζουν «πραγματικά». Βγαίνοντας από την αίθουσα, η ματιά μου καρφώνεται στην Αμερικανίδα ηθοποιό Sigourney Weaver, θρυλική ηρωίδα της ταινίας Alien.

Επόμενη στάση μου το σόου του Kunihiko Morinaga για τον οίκο Anrealage, η συλλογή του οποίου είναι εμπνευσμένη από την αρχιτεκτονική και συγκεκριμένα από τον μπρουταλισμό του ’50. Τα ρούχα του «αποσυναρμολογούνται» στην πασαρέλα, ενώ σε κάθε εμφάνιση αντιλαμβάνεται κανείς τους λόγους για τους οποίους ο Morinaga προτάθηκε για το βραβείο LVMH πέρυσι: την πρωτοτυπία, την εκτέλεση και, κυρίως, το δυνατό του concept.

Το επόμενο πρωί προσπαθώ μάταια να βρω ταξί. Κάνει κρύο και δεν έχω πάρει καν πρωινό. Κι ενώ σκέφτομαι πανικόβλητος πως έχω αργήσει, παρατηρώ μια παρέα τουριστών στο απέναντι πεζοδρόμιο που φορούν ιατρικές μάσκες. Το θέαμα είναι παράξενο. Με τα πολλά, φτάνω στον χώρο όπου θα πραγματοποιηθεί το σόου του Kenzo, με νέο καλλιτεχνικό διευθυντή τον Felipe Oliveira Baptista, ο οποίος έγινε γνωστός το 2010, όταν ανέλαβε τη Lacoste. Τα ρούχα αυτής της πρώτης του συλλογής για τον ιστορικό οίκο ακροβατούν μεταξύ νομαδισμού και μυστικισμού, με εμφανείς τις επιρροές από την παιδική του ηλικία στις Αζόρες. Το συμπέρασμά μου, μετά το ζεστό και μακρύ χειροκρότημα, είναι πως ο Baptista ήρθε για να μείνει.